Ενότης: “ Τού Βάλτου”
Θέμα: “ Ο Κήπος μου την Εποχή Τού Βάλτου”
Τίτλος:
Ο Κήπος μου δεν είναι μυθικό χρονοτοπείο
-"le lyrisme est le developpement d' une exclamation"
Paul Valerie
"Η ποίησις είναι ανάπτυξι στίλβοντος ποδηλάτου"
Ανδρέας Εμπειρίκος
Κίνημα | υπερρεαλισμός και Γενιά του ’30 |
---|---|
Καλλιτεχνικά ρεύματα | υπερρεαλισμός και Γενιά του ’30 |
"... και γέμισε ο
ντενεκές τρεις φορές έως επάνω και τον αδειάσανε και τότες ξεπέζεψε ο ποδηλάτης και το αγοράκι κατέβηκε από τον ώμο του και άνοιξε το χεράκι του και πέταξε τ' αλογάκι της Παναγιάς κι έφυγε ο ποδηλάτης και το ποδήλατο κι εγώ – κι έμεινε άδεια η πλατεία ως ήταν πριν και μετά και όπως θα ’ναι πάντα. "
(Νάνος Βαλαωρίτης, Ο Ομιλών πίθηκος ή Παραμυθολογία).
2*.
Στην καρδιά του Κήπου μου :Μιά τριανταφυλλιά με τριαντάφυλλα απαλά κρέμ-σομόν με εξαιρετική ευωδιά...
"D'un rose tendre légèrement orangé."
Ένα τρυφερό ροζ, ελαφρώς πορτοκαλί.
----------------------------------------------------------------- | |
Αν και ο χρόνος περνάει καλπάζοντας
ως ψυχή “στίλβοντος ποδηλάτου” 1*
στιγμή δεν παύει ο συμπονετικός ελέφαντας
ακούνητος, να εποικεί το στήθος μου
‘Ολοι σπεύδουν να με ενημερώνουν
γιά τον επερχόμενο εντός ημερών
συνήθως τραγικό θάνατό τους
Οι νεοσσοί
και τα έφηβα κοτσύφια με μάτια κατακόκκινα
απ’ το κλάμα γιά το αναπόφευκτο
και πλατούλες μικρές-στυφές-σκεφτικές καμπουρίτσες
μετά
ξεσκισμένα φτερουγάκια
με απολήξεις ρόδινης σάρκας
'Ετσι! Γιά το γλέντι του παιχνιδιού!
Κομματιασμένα από τους γάτους ανάμεσα
στις μυρωδιές της λουΐζας και της λεβάντας
του Κήπου μου...
Τα δέντρα μου
η διώροφη Bauhinia με τις ιώδεις ορχιδέες της
άνθιζαν το σπίτι μου στην αγκαλιά τους
-κι αφού τρείς φορές πρόφτασα και την έσωσα-
τώρα
εβδομήντα πόντοι κούτσουρο
στεριώνει φαρδειά-πλατειά
τα καφέ μανιτάρια με το δηλητήριο
'Ετσι! Γιά την αναθάρρηση της κακοήθειας
που καρφίτσωσε η τρελλή γειτόνισσα
στο κούτελο της θυγατέρας της
και του Κήπου μου…
Τα γατιά μου
και τα σκυλιά παραμελημένα
χτυπημένα δολοφονημένα
'Ετσι! Γιά το γινάτι του μίσους και του φθόνου
κατενάντια στην χάρη το χάδι και την ομορφιά
αιώνες τώρα
Γέρνουν στο πλάι σταυρώνουν τα χειροπόδαρα
με συγκλονιστική αρχοντιά
-μιάς φευγάτης από χρόνια γιά τους πολλούς-
μεγαλόπρεπης αξιοπρέπειας
σεβαστικής της ζωής
Τα βελούδινα μαξιλαράκια τους
πιά ποτέ δεν πατάνε πάνω στην γή
Εναποθέτουν τελειωμένες τις ζωές τους
δίπλα
στις πανύψηλες φτέρες
με τις χοχλιδάτες κορφές
τις διάφανες στο φώς
κάτω
απ’ τα σκιερά σκουροπράσινα
πλατύφυλλα καλάμια
στον Κήπο μου…
Πάνω
απ’ το παράθυρο της κρεβατοκάμαρας
ακριβώς στην καρδιά του Κήπου μου
η κομψή τριανταφυλλιά απλώνει
διακριτικά με τ’ ακροπέταλά της
το πιό απαλά τρυφερό
κρέμ-πορτοκαλί άρωμα 2*
που έχεις αληθινά ποτέ ζήσει
'Εξω
απ’ το παράθυρο κολλητά με τον τοίχο
και κάτω
από την τριανταφυλλιά ανάμεσα
στα βελονάτα κοράλλια τα κίτρινα γαριδάκια
τα οξύρρυγχα γιούκα
τα άξια κάθε εμπιστοσύνης αραχνάκια
είδα
αιφνίδια
φρεσκοσκαμμένο τον Τάφο!
Τόσο πρόθυμο! Τόσο δροσερό!
Δικός μου;
Τελικά 'Οχι! Της Πεντάμορφης
της Μαγεμένης Πριγκίπισσας!
'Εμαθα αργότερα…
'Ομως ολοφάνερα δικός μου!
Αφού κατάφωρα κάθετα και καρφωτά
στην καρδιά του Κήπου μου!
'Ετσι! Γιά την βρωμιάρα δόξα
φρικτών διαστροφών
ύβρεως και μαύρου θανάτου!
Γιά να μπορούν γλοιώδεις οι άρχοντες του Κάρμα
να περνούν την ώρα διασκεδάζοντας
Δραγάτες, διαγουμιτζίδες, διαλεόνες
αλωτήρες τάχα μου ακριβοδίκαιοι και σωτήρες
Να σπέρνουν μπάλες το κακό
γιά νάχουν να θερίζουν πόνο και τρόμο
Νάχουν μαχαίρι και νάχουν πεπόνι
στην εξουσία τους την σκλαβιά του ανθρώπου
Να καλύπτουν ασύδοτη κι ατέρμονη
νεκρογόνα την νεκρολάγνα αλαζονεία τους
ενάντια στην αλήθεια
Μην και μείνουν άνεργοι
κι εξαφανιστούν σ’ εξαΰλωση
σοφοί ανεπρόκοποι κι άχρηστοι
από τα Σύμπαντα των Προσώπων
κι απ’ την καρδιά του Κήπου μου...
Πόσο αμετάκλητα τετελεσμένα
έρχονται όλοι κοντά μου
ζώα φυτά άνθρωποι!
Πόσο απόλυτα βέβαιοι με διαβατήριο
την πρόγνωση της απόγνωσης
του κακού τους τέλους!
Γυρεύουν προστασία στ’ αγαθά μπράτσα
του ονείρου μου.Τόσο πληγωμένοι! Τόσο πονεμένοι!
Και πώς να τους σώσω ; Πώς;!
Δεν έχω εικόνα! Δεν έχω ήχο!
Δεν έχω ισχύ κι εξουσία!
Δεν έχω παρά τον θρήνο μου
κι αυτόν βουβό!
Μήν και με οικτίρουν οι γείτονες
και κοροϊδέψουν τα παιδιά…
Αυτόν έχω και δίνω.Δυσθεώρητο!
Να πλαντάζει και να ολοφύρεται
οχυρωμένος στα ζωτικά μου όργανα
και μέσα σε κάθε μου κύτταρο
Να γδέρνει τα μάγουλά του
Να μαδάει τα μαλλιά του
Να σκίζει στο στέρνο την καρδιά του
γιά τις φρικτές δοκιμασίες
τους ανίερους πόνους, τις οδύνες
όλων των μονάκριβων, των πολυαγαπημένων!
Όλων τους! 'Ολων μας!
Αυτός,
ο Θρήνος μου,
έχει ένα τρισμέγιστο μυστικό
όλο δικό του
Μιά κρυφή δίοδο
‘Ενα πέρασμα
Μιά ειλικρινή μπουκαπόρτα:
Τον ομφαλό μου!
‘Οταν λίγο ησυχάζει
σιγά-σιγά βγαίνει και συνδιαλέγεται
περίλαμπρα τα αγαπητικά σχέδια
γιά το ανθρώπινο μέλλον
Πικρά-πικρά
σταλαγματιά-σταλαγματιά
με τον Κήπο μου...
Μαρία Λ. Πελεκανάκη
B. |
---|
H ποίησις είναι ανάπτυξι στίλβοντος ποδηλάτου
της Ανθούλας Δανιήλ
————————————————————————————————
Η ποίησις είναι ανάπτυξι στίλβοντος ποδηλάτου.
Mέσα της όλοι μεγαλώνουμε. Οι δρόμοι είναι λευκοί.
Τα άνθη μιλούν. Από τα πέταλά τους αναδύονται συχνά μικρούτσικες παιδίσκες.
Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος
Ανδρέας Εμπειρίκος, Ενδοχώρα, «Ο Πλόκαμος της Αλταμίρας», 3
————————————————————————————————