December, Tuesday 1st., 2020
Η Κρήτη είναι μόνον 107 χρόνια ελεύθερη.
<< ...Από τα πανάρχαια χρόνια, η στρατηγική θέση της Κρήτης στη
Μεσόγειο, την έκανε μήλο της έριδος για πολλούς λαούς, πολιτισμένους και
βάρβαρους.
Όλοι αυτοί όμως, δεν μπόρεσαν να επιφέρουν καμία αλλοίωση στην εθνική,
γλωσσική, ηθική και θρησκευτική συνείδηση ούτε και στον εθνολογικό και
φυλετικό της χαρακτήρα.
Νικηφόρος Φωκάς
-. Εναντίον της
Μεγαλονήσου, έγιναν πολλές επιδρομές από βαρβαρικούς λαούς.
-. ...Το 623,
Σλάβοι πειρατές λεηλάτησαν μερικές περιοχές αλλά δεν εγκαταστάθηκαν
μόνιμα σ’ αυτή.
-. Γύρω στο 650-651, έγινε η πρώτη επίθεση των Σαρακηνών
εναντίον της Κρήτης από τον Μωαβιά.
-. 134 χρόνια διήρκησε η κατοχή της Κρήτης από τους
Σαρακηνούς και τους 'Αραβες. Από το 827μ.Χ μέχρι το 961μ.Χ
-. 465 χρόνια από το 1204 έως το 1669 διήρκησε η κατοχή της Κρήτης από τους Ενετούς.
-. 244 χρόνια από το 1669 μέχρι το 1913 διήρκησε η κατοχή της Κρήτης από τους Τούρκους.
" 1η Δεκεμβρίου 1913 : H επίσημη τελετή της ανύψωσης της ελληνικής σημαίας στο φρούριο Φιρκά ως επισφράγιση της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα."
Η Κρήτη είναι μόνον 107 χρόνια ελεύθερη
"...Η Κρήτη περιήλθε ολοκληρωτικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στις 4 Οκτωβρίου του 1669, όταν ο μέγας Βεζύρης Κιοπρουλής εισήλθε πανηγυρικά στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο), θέτοντας τέλος στην Ενετοκρατία στο νησί, που κράτησε 465 χρόνια (1204-1669). Παρά τη φυγή πολλών κατοίκων και την πληθυσμιακή αλλοίωση από τους νέους κατακτητές, οι Κρήτες ποτέ δεν έσκυψαν το κεφάλι στους Οθωμανούς. Το μαρτυρούν οι εξεγέρσεις του 1692 («Κίνημα του 1692») και του 1770 («Επανάσταση του Δασκαλογιάννη»).
Το 1821, οι Κρήτες συμμετείχαν στον εθνικό ξεσηκωμό, αλλά οι προσπάθειές τους δεν ευοδώθηκαν, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού Τούρκων και Τουρκοκρητικών στο νησί και της έλλειψης εφοδίων.
Οι εξεγέρσεις κατά του κατακτητή συνεχίστηκαν με αμείωτη ένταση και πυκνότητα, το 1833 («Κίνημα των Μουρνιών»), το 1841 («Επανάσταση των Χαιρέτη και Βασιλογεώργη»), το 1858 («Κίνημα του Μαυρογένη»), την τριετία 1866-1869 («Μεγάλη Κρητική Επανάσταση»), το 1878 («Επανάσταση του 1878»), το1889 («Επανάσταση του 1889») και τη διετία 1897-1898 («Επανάσταση του 1897-1898»), οπότε η Κρήτη κέρδισε την αυτονομία της υπό τις ευλογίες των Μεγάλων Δυνάμεων, μετά τις απίστευτες ωμότητες που διέπραξαν οι βαζιβουζούκοι (Τούρκοι άτακτοι) στο Ηράκλειο στις 25 Αυγούστου του 1898. Στις 2 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου και ο τελευταίος τούρκος στρατιώτης εγκατέλειπε το κρητικό έδαφος..."
"...Η νικηφόρα έκβαση των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913) για την Ελλάδα, εξαιτίας και της διορατικής πολιτικής του Έλληνα πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου, επιτάχυνε τις εξελίξεις. Στις 30 Μαΐου 1913 ο παραπαίων σουλτάνος παραιτήθηκε όλων των δικαιωμάτων του στην Κρήτη με τη Συνθήκη του Λονδίνου (άρθρο 4), ενώ με ιδιαίτερη συνθήκη παραιτήθηκε και από την επικυριαρχία του στο νησί (1 Νοεμβρίου 1913). Η Κρήτη ήταν ελεύθερη και η ένωσή της με την Ελλάδα είχε πραγματοποιηθεί. Το Κρητικό Ζήτημα, που απασχόλησε επί μακρόν τη διεθνή πολιτική, είχε επιλυθεί..."
Χανιά | Πώς γιορτάστηκε η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα το 1913 – Βίντεο ντοκουμέντο
Ένα μοναδικό βίντεο – ντοκουμέντο από τις εκδηλώσεις της 1ης Δεκεμβρίου 1913 κυκλοφορεί στο διαδίκτυο και αποτυπώνει το πανηγυρικό κλίμα εκείνης της ημέρας.
Το βίντεο δείχνει τις εκδηλώσεις που έγιναν στα Χανιά, στο φρούριο Φιρκά παρουσία του Βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ και του Πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου.
https://youtu.be/Puv7v71GGRcΕκεί έγινε η επίσημη τελετή της ανύψωσης της ελληνικής σημαίας ως επισφράγιση της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα.Η ταινία ανοίγει με γενική άποψη του λιμανιού των Χανίων. Αξιωματικοί αναμένουν στην προκυμαία την αποβίβαση των επισήμων. Στα ανοιχτά του λιμανιού διακρίνονται το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ» και τα πλοία που το συνοδεύουν. Πλήθος κόσμου έχει συγκεντρωθεί στην προκυμαία και σε πλοιάρια που πλέουν κοντά στην ακτή.
Πλάνο από κινούμενη άμαξα καταγράφει την κίνηση πεζών και οχημάτων σε δρόμο της πόλης, η οποία είναι στολισμένη με μεγάλες ελληνικές σημαίες.
Άκατος κατευθύνεται από την προκυμαία προς το «ΑΒΕΡΩΦ». Στο κατάστρωμα του πλοίου ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων Κωνσταντίνος Ζαβιτσιάνος με ημίψηλα ποζάρουν στο φακό.
Απόψεις των πλοίων και των σημαιοστολισμένων δρόμων των Χανίων. Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος αποβιβάζεται από άκατο και κατευθύνεται πεζή στο φρούριο Φιρκά συνοδευόμενος από τον Πρωθυπουργό και τους άλλους επισήμους, ενώ πλήθος κόσμου τους επευφημεί.
Στο στολισμό του χώρου διακρίνεται μαζί με σημαιάκια και το βασιλικό μονόγραμμα Κ. Στο φρούριο Φιρκά ποζάρουν στο φακό ο Βασιλιάς, ο Πρωθυπουργός και οι επίσημοι, καθώς και ο Αναγνώστης Μάντακας και άλλοι Κρητικοί οπλαρχηγοί με τοπικές ενδυμασίες.
Την πανηγυρική έπαρση της σημαίας συνοδεύουν κανονιοβολισμοί από τα πολεμικά πλοία. Ο Κωνσταντίνος και οι άλλοι επίσημοι αποχωρούν μέσα σε ενθουσιώδη ατμόσφαιρα και μεταβαίνουν στο Διοικητήριο. Ακολουθεί δεξίωση.
Tο ιστορικό:
Η επίσημη ανακήρυξη της ένωσης έγινε στα ηλιόλουστα Χανιά την Κυριακή 1η Δεκεμβρίου 1913, παρουσία του βασιλιά Κωνσταντίνου και του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου, μέσα σε ιδιαίτερα πανηγυρικό κλίμα. «Η πόλις ηγρύπνησε στολιζομένη. Εορτάζει δε ο ουρανός, αποκατασταθείσης από της νυκτός της γαλήνης και ανατείλαντος εαρινού ηλίου. Οι δρόμοι παρουσιάζουν όψιν λειμώνων ευωδιαζόντων από τας μυρσίνας.
Παντού είναι ανηρτημέναι Βυζαντιναί σημαίαι μεταξύ των κυανολεύκων. Συνωστίζονται παντού χωρικοί υψηλόκορμοι ζώσαι εικόνες του Θεοτοκοπούλου. Τα Κρητικόπουλα εις σμήνη κυκλοφορούν με τις φουφουλίτσες των. Από του Νικηφόρου Φωκά του εκδιώξαντος εκ Κρήτης τους Άραβας πρώτην φοράν Έλλην βασιλεύς αποβιβάζεται εις την νήσον» γράφει σε ανταπόκρισή της από τα Χανιά η αθηναϊκή εφημερίδα «Εστία».
Οι εκδηλώσεις κορυφώθηκαν στις 11:50 το πρωί, όταν οι γηραιοί αγωνιστές Αναγνώστης Μάντακας, 94 ετών, και Χατζημιχάλης Γιάνναρης, 88 ετών, ύψωσαν την ελληνική σημαία στο φρούριο Φιρκά, ενώ την ίδια ώρα ερρίπτοντο 101 κανονιοβολισμοί από τα ναυλοχούντα ελληνικά πολεμικά πλοία.
Η Κρήτη περιήλθε ολοκληρωτικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στις 4 Οκτωβρίου του 1669, όταν ο μέγας Βεζύρης Κιοπρουλής εισήλθε πανηγυρικά στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο), θέτοντας τέλος στην Ενετοκρατία στο νησί, που κράτησε 465 χρόνια (1204-1669). Παρά τη φυγή πολλών κατοίκων και την πληθυσμιακή αλλοίωση από τους νέους κατακτητές, οι Κρήτες ποτέ δεν έσκυψαν το κεφάλι στους Οθωμανούς. Το μαρτυρούν οι εξεγέρσεις του 1692 («Κίνημα του 1692») και του 1770 («Επανάσταση του Δασκαλογιάννη»).
Το 1821, οι Κρήτες συμμετείχαν στον εθνικό ξεσηκωμό, αλλά οι προσπάθειές τους δεν ευοδώθηκαν, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού Τούρκων και Τουρκοκρητικών στο νησί και της έλλειψης εφοδίων.
Οι εξεγέρσεις κατά του κατακτητή συνεχίστηκαν με αμείωτη ένταση και πυκνότητα, το 1833 («Κίνημα των Μουρνιών»), το 1841 («Επανάσταση των Χαιρέτη και Βασιλογεώργη»), το 1858 («Κίνημα του Μαυρογένη»), την τριετία 1866-1869 («Μεγάλη Κρητική Επανάσταση»), το 1878 («Επανάσταση του 1878»), το1889 («Επανάσταση του 1889») και τη διετία 1897-1898 («Επανάσταση του 1897-1898»), οπότε η Κρήτη κέρδισε την αυτονομία της υπό τις ευλογίες των Μεγάλων Δυνάμεων, μετά τις απίστευτες ωμότητες που διέπραξαν οι βαζιβουζούκοι (Τούρκοι άτακτοι) στο Ηράκλειο στις 25 Αυγούστου του 1898. Στις 2 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου και ο τελευταίος τούρκος στρατιώτης εγκατέλειπε το κρητικό έδαφος.
Η Κρήτη τέθηκε υπό την προστασία των Μεγάλων Δυνάμεων και την υψηλή μόνο επικυριαρχία του σουλτάνου. Από το 1898 έως το 1913 δημιουργήθηκε η Κρητική Πολιτεία, με αρμοστή τον έλληνα βασιλόπαιδα Γεώργιο και κυβέρνηση αποτελούμενη από πέντε χριστιανούς και ένα μουσουλμάνο (Οι μουσουλμάνοι αντιπροσώπευαν περίπου το 25% των κατοίκων της Κρήτης το 1900).
Δεσπόζουσα μορφή εκείνης της περιόδου αναδείχθηκε ο νεαρός δικηγόρος Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος γρήγορα ήλθε σε σύγκρουση με τον Γεώργιο, εξαιτίας των υπερεξουσιών του. Η «Επανάσταση στον Θέρισο» (10 Μαρτίου 1905), που οργάνωσε ο Βενιζέλος ανάγκασε τον Γεώργιο σε παραίτηση και την ανάληψη της ύπατης αρμοστείας από τον ελλαδίτη πολιτικό Αλέξανδρο Ζαΐμη. Κύριο αίτημα των εξεγερμένων ήταν η άμεση ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.
Η νικηφόρα έκβαση των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913) για την Ελλάδα, εξαιτίας και της διορατικής πολιτικής του Έλληνα πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου, επιτάχυνε τις εξελίξεις. Στις 30 Μαΐου 1913 ο παραπαίων σουλτάνος παραιτήθηκε όλων των δικαιωμάτων του στην Κρήτη με τη Συνθήκη του Λονδίνου (άρθρο 4), ενώ με ιδιαίτερη συνθήκη παραιτήθηκε και από την επικυριαρχία του στο νησί (1 Νοεμβρίου 1913). Η Κρήτη ήταν ελεύθερη και η ένωσή της με την Ελλάδα είχε πραγματοποιηθεί. Το Κρητικό Ζήτημα, που απασχόλησε επί μακρόν τη διεθνή πολιτική, είχε επιλυθεί.
Το 1923 με την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας έφυγαν και οι τελευταίοι μουσουλμάνοι από την Κρήτη, οι περισσότεροι από τους οποίους εγκαταστάθηκαν στα παράλια της Μικράς Ασίας.
961: Ο Νικηφόρος Φωκάς απελευθερώνει την Κρήτη από τους Σαρακηνούς
Η κατάκτηση της Κρήτης από τους Σαρακηνούς (827-828) - Οι προσπάθειες των Βυζαντινών για ανάκτησή της - Η εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά και η εξόντωση των Σαρακηνών
Από τα πανάρχαια χρόνια, η στρατηγική θέση της Κρήτης στη Μεσόγειο, την έκανε μήλο της έριδος για πολλούς λαούς, πολιτισμένους και βάρβαρους.Όλοι αυτοί όμως, δεν μπόρεσαν να επιφέρουν καμία αλλοίωση στην εθνική, γλωσσική, ηθική και θρησκευτική συνείδηση ούτε και στον εθνολογικό και φυλετικό της χαρακτήρα.
«Ουδείς ελληνικός χώρος έχει συνεχή ιστορίαν πέντε χιλιάδων ετών ως η Κρήτη», γράφει ο Ν. Β. Τωμαδάκης, ενώ ο Άρης Πουλιανός τονίζει: «Χωρίς την Κρήτη δεν θα είχαμε τις χρυσές Μυκήνες, ούτε την κλασική Ελλάδα».
Μια από τις πλέον σκοτεινές περιόδους της Κρήτης, ήταν η κατάκτησή της από τους Άραβες (Σαρακηνούς), που διήρκησε από το 828 ως το 961, οπότε η Μεγαλόνησος απελευθερώθηκε από τις βυζαντινές δυνάμεις, με επικεφαλής τον Νικηφόρο Φωκά. Με αυτή την περίοδο, θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο.
Η Κρήτη πριν την κατάκτηση
Μετά τον οριστικό χωρισμό του Ρωμαϊκού κράτους σε Δυτικό και Ανατολικό, η Κρήτη υπαγόταν στη διοικητική περιφέρεια του Ιλλυρικού στο Ανατολικό κράτος. Αργότερα, εμφανίζεται ως ανεξάρτητη επαρχία του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, έπειτα σαν ανεξάρτητη διοικητική περιφέρεια και κατά τον 8ο αιώνα, γίνεται ξεχωριστό θέμα, το θέμα της Κρήτης. Εναντίον της Μεγαλονήσου, έγιναν πολλές επιδρομές από βαρβαρικούς λαούς. Το 623, Σλάβοι πειρατές λεηλάτησαν μερικές περιοχές αλλά δεν εγκαταστάθηκαν μόνιμα σ’ αυτή. Γύρω στο 650-651, έγινε η πρώτη επίθεση των Σαρακηνών εναντίον της Κρήτης από τον Μωαβιά. Το 673-674, οι Άραβες ναύαρχοι Αβδελάς και και Φαιδαλάς, επέδραμαν εναντίον της Κρήτης και ίσως κατέλαβαν προσωρινά κάποια μέρη της. Νέα επιδρομή έγινε μεταξύ 705 και 715, οπότε οι Άραβες πολιόρκησαν το ισχυρό οχυρό του «Δριμέως». Κατά τη διάρκεια των ετών 786-808, 814-815, 818-819 και 822-825, οι Σαρακηνοί έκαναν επιδρομές εναντίον όλων των χωρών της ανατολικής Μεσογείου και κυρίως εναντίον των ελληνικών νησιών και των παραλίων του Αιγαίου.
Το 827, ξεκίνησαν τις προσπάθειά τους για οριστική κατάληψη της Μεγαλονήσου.
Η κατάκτηση της Κρήτης από τους Σαρακηνούς
Οι Άραβες που κατέκτησαν την Κρήτη, είχαν κυριεύσει την Ανδαλουσία της Ισπανίας, όπου παρέμειναν περίπου οκτώ αιώνες (711-1492) Οι περισσότερες απ’ αυτούς προέρχονταν από εξισλαμισμό και ορισμένοι μάλιστα ήταν χριστιανοί. Οι «γνήσιοι» μουσουλμάνοι τους ονόμαζαν Μοζάραβες.
Διωγμένοι από την Ισπανία μετά από μια επανάσταση, το 814, κατέφυγαν στην Αίγυπτο (περίπου 15.000) και άλλοι στο Μαρόκο. Σταδιακά, επωφελούμενοι από εσωτερικές ταραχές στην Αίγυπτο, κατόρθωσαν το 816 να εγκατασταθούν στην Αλεξάνδρεια.
Την ίδια εποχή, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία συνταρασσόταν από την Εικονομαχία (726-843). Η επανάσταση του Θωμά του Σλάβου (821-823) εναντίον του αυτοκράτορα Μιχαήλ Β’ του Τραυλού, έβλαψε την αυτοκρατορία και κατέστρεψε τον στόλο του θέματος των Κιβυρραιωτών, με αποτέλεσμα να επωφεληθούν οι Σαρακηνοί και να καταλάβουν την Κρήτη και τη Σικελία. Το 827, οι Σαρακηνοί της Αλεξάνδρειας διώχτηκαν από τον στρατηγό Αμπντ Αλλάχ – Ιμπν – Τάχιρ και κινήθηκαν προς την Κρήτη.
Ο πιθανότερος τόπος της απόβασής τους, ήταν ο Κόλπος της Μεσαράς (των Ματάλων) κοντά στο ακρωτήριο Λίθινον που λεγόταν «Χάραξ» από τους Βυζαντινούς (Γ.Α. Σήφακας – Ν.Μ. Παναγιωτάκης). Αρχηγός των Σαρακηνών, που είχαν 40 πλοία, ήταν ο λεγόμενος Απόχαψης ο Κρητικός. Αρχικά κατέλαβαν ένα φρούριο και στη συνέχεια έχτισαν μια πόλη που την προστάτευε ένα ισχυρό οχυρό φρούριο, περιτριγυρισμένο από βαθιά και πλατιά τάφρο. Η πόλη αυτή, ονομάστηκε al-Khandak ή Chandax (Χάνδαξ). Πρόκειται για το σημερινό Ηράκλειο. Από εκεί εξορμώντας, οι Σαρακηνοί μέσα σε διάστημα ενός περίπου χρόνου, κατέλαβαν ολόκληρο το νησί, εκτός από τις πόλεις Γορτύνη και Κυδωνία (κατά τον Γ. Φραντζή). Ο Β. Καλαϊτζάκης, θεωρεί ότι ούτε οι ορεινές περιοχές του Ψηλορείτη, της Δίκτης και των Λευκών Ορέων υποτάχτηκαν στους Σαρακηνούς. Όταν κατέλαβαν την Κρήτη, οι Σαρακηνοί πίεσαν τους κατοίκους της, να γίνουν μωαμεθανοί. Πολλές γυναίκες εξαναγκάστηκαν να παντρευτούν Σαρακηνούς.
Όπως έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενο άρθρο μας, στα χρόνια που η Κρήτη βρισκόταν κάτω από αραβική κατοχή, υπήρχαν στο νησί πολλοί κρυπτοχριστιανοί.
Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται για πρώτη φορά στη Μεγαλόνησο. Παράλληλα, πολλοί κάτοικοι ορεινών περιοχών της Κρήτης, διατήρησαν την χριστιανική τους πίστη.
Η Κρήτη κάτω από αραβική κατοχή
Μετά την κατάκτηση όλης σχεδόν της Κρήτης, στα μέσα του 828, οι Σαρακηνοί ενίσχυσαν τις δυνάμεις τους με Άραβες από την Ισπανία και τη Β. Αφρική. Κατασκεύασαν επίσης ελαφρό και ταχύτατο στόλο και έκαναν την Κρήτη ληστοπειρατικό ορμητήριο κατά των κατοίκων των νησιών και των παραλίων του αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου.
Θα αναφέρουμε μόνο τον φοβερό Λέοντα τον Τριπολίτη, ο οποίος έχοντας ως πληρώματα στα πλοία του Αιθίοπες και όχι αρνησίθρησκους χριστιανούς όπως γινόταν ως τότε, κατάφερε να καταλάβει και να καταστρέψει τη Θεσσαλονίκη (904).
Οι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στη Νάξο κι από εκεί στο χάνδακα (Ηράκλειο). Η καταμέτρησή τους, έδειξε ότι ήταν 22.000 (κατ’ άλλους 30.000), ενώ πολλοί ακόμα είχαν σφαγιαστεί ή είχαν πεθάνει από τις κακουχίες…
Οι Βυζαντινοί, στα 134 χρόνια που διήρκησε η κατοχή της Κρήτης από τους Σαρακηνούς, έκαναν πολλές προσπάθειες για να την ανακαταλάβουν, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Θα αναφερθούμε σε μία από αυτές, που έγινε στις αρχές της αραβικής κυριαρχίας στην Κρήτη.
Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Β’, ανέθεσε στον στρατηγό του θέματος των Κιβυρραιωτών Κρατερό, την αρχηγία μεγάλης εκστρατείας για την απελευθέρωση της Κρήτης. Ο Κρατερός, με στόλο από 70 πλοία και πολυάριθμο στρατό, αποβιβάστηκε στον όρμο ανατολικά του Χάνδακα (Ηρακλείου), χωρίς να συναντήσει αντίσταση.
Εκεί, δόθηκε μεγάλη μάχη που κράτησε μια ολόκληρη ημέρα. Οι Βυζαντινοί ως το βράδυ, νίκησαν τους Άραβες και τους έτρεψαν σε φυγή. Δεν επωφελήθηκαν όμως από τη νίκη τους αυτή, για να αποτελειώσουν τους Αγαρηνούς. Στρατοπέδευσαν κοντά στον Αμνισό ποταμό και οι στρατιώτες παραδόθηκαν σε νυκτερινή κραιπάλη και διασκέδαση για να πανηγυρίσουν τη νίκη τους, χωρίς να λάβουν στοιχειώδη μέτρα προστασίας. Οι Άραβες ανασυντάχθηκαν και επιτέθηκαν μέσα στη νύχτα εναντίον του αφύλακτου στρατοπέδου, όπου κατέσφαξαν τους Βυζαντινούς που διασκέδαζαν, αναπαύονταν ή κοιμόταν. Ο Κρατερός σώθηκε ανεβαίνοντας σ’ ένα πλοίο, αλλά οι Άραβες τον κυνήγησαν και τον έ[πιασαν κοντά στην Κω, όπου και τον κρέμασαν. Σε ανάμνηση των τραγικών αυτών γεγονότων, ο ποταμός Αμνισός πήρε την ονομασία Κρατερός ή Καρτερός.
Η απελευθέρωση της Κρήτης από τον Νικηφόρο Φωκά
Το 949 (ή το 956 σύμφωνα με άλλες πηγές), οι Βυζαντινοί με επικεφαλής τον πατρίκιο Γογγύλη, επιχείρησαν να ανακαταλάβουν την Κρήτη, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Το 959, ανέβηκε στον θρόνο του Βυζαντίου ο αυτοκράτορας Ρωμανός Β’. Εκείνη την εποχή, οι Άραβες είχαν έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ τους και ήταν διασπασμένοι. Οι Βυζαντινοί, είχαν ικανότατους στρατιωτικούς, όπως τον στρατηγό Νικηφόρο Φωκά, τον μετέπειτα αυτοκράτορα και τον αδελφό του Λέοντα. Ο Νικηφόρος Φωκάς, είχε συντρίψει τους Άραβες του Χαλεπίου, της Μοσούλης, της Ταρσού και της Τρίπολης (της Λιβύης). Ο παρακοιμώμενος Ιωσήφ Βρίγγας, πρότεινε στον Ρωμανό να πραγματοποιηθεί μεγάλη εκστρατεία για την απελευθέρωση της Κρήτης με επικεφαλής τον Νικηφόρο Φωκά.
Μετά από πολλές συζητήσεις, αποφασίστηκε η εκστρατεία να πραγματοποιηθεί. Οι στρατιωτικές δυνάμεις που συγκεντρώθηκαν ήταν πρωτοφανείς.
Ο στόλος απαρτιζόταν από 3.307 πλοία, από τα οποία τα 2.000 ήταν χελάνδια, δηλαδή μεγάλα και γρήγορα πολεμικά καράβια, με δύο σειρές κουπιά και από τις δύο πλευρές, με 150-200 κωπηλάτες το καθένα και ήταν εφοδιασμένα με το φοβερό υγρό πυρ.
Χίλια καράβια ήταν δρόμωνες, μεγάλα και γρήγορα πολεμικά καράβια που μετέφεραν το πεζικό και το ιππικό και, τέλος, 307 ήταν "καράβια καματηρά", φορτηγά δηλαδή πλοία που μετέφεραν τις τροφές, τα πολεμικά υλικά, τις πολιορκητικές μηχανές κλπ.
Αρχηγός του στόλου ήταν ο Μέγας δρουγγάριος Μιχαήλ. Οι στρατιώτες ήταν 72.000 πεζοί και 5.000 ιππείς. Ανάμεσά τους και πολλοί μισθοφόροι Ρώσοι, Βάραγγοι, Φάργανοι, Σλάβοι και άλλοι.
Στα τέλη του Ιουνίου ή στις αρχές Ιουλίου του 960, ο στόλος απέπλευσε από την Κωνσταντινούπολη και κατέπλευσε στα Φύγελα της Λυδίας, απέναντι από τη Σάμο, για να συνενωθεί με τον στρατό των θεμάτων της Ασίας. Από εκεί έστειλαν κατασκόπους για να μάθουν την κατάσταση που βρισκόταν οι Σαρακηνοί.
Όταν αυτοί επέστρεψαν, ενημέρωσαν τον Νικηφόρο Φωκά ότι ο αμιράς (ηγεμόνας) της Κρήτης, Κουρούπης ή Κουρούπας και οι περισσότεροι Άραβες προύχοντες του Χάνδακα ζούσαν αμέριμνοι στις πολυτελείς τους επαύλεις. Αντίθετα ο λαός των Σαρακηνών, όταν πληροφορήθηκε για επικείμενη βυζαντινή επίθεση, πανικοβλήθηκε αλλά άρχισε να προετοιμάζει την άμυνά του.
Όταν πήρε τις πληροφορίες που ήθελε, ο Νικηφόρος Φωκάς ξεκίνησε από τα Φύγελα και μέσω της Ίου έφτασε στη Δία (ή Ντία), νησίδα κοντά στο Ηράκλειο. Δύο καρπαθιώτικα πλοία τον οδήγησαν με ασφάλεια στην Κρήτη.
Στα τέλη του Ιουλίου του 960, αποβίβασε το στρατό του στα βόρεια παράλια της Κρήτης, πιθανότατα δυτικά του Χάνδακα, στον Αλμυρό ποταμό.
Οι Σαρακηνοί φαίνεται ότι τους περίμεναν αποφασισμένοι να τους αποκρούσουν. Ωστόσο, ο Φωκάς χώρισε το στρατό του σε τρία μέρη και κατάφερε να τους συντρίψει. Αιχμαλώτισε πολλούς και κατέσφαξε αρκετούς ακόμα. Οι υπόλοιποι έτρεξαν να προστατευτούν μέσα στον Χάνδακα.
Ο Άραβας αμιράς ζήτησε βοήθεια από τους μουσουλμάνους της Αφρικής και της Ισπανίας. Δεν πήρε όμως ποτέ ενισχύσεις.
Ο Νικηφόρος Φωκάς αφού φρόντισε να στείλει καράβια να περιπολούν γύρω από την Κρήτη για να εμποδίσουν οποιαδήποτε βοήθεια ερχόταν προς τους Σαρακηνούς, ίδρυσε προσωρινό στρατόπεδο κοντά στον Αλμυρό ποταμό και ναύσταθμο για τον ελλιμενισμό των πλοίων.
Έπειτα προσποιήθηκε ότι θα αποχωρήσει και διέταξε τους στρατιώτες του να κάψουν και να καταστρέψουν τους κήπους, τα αμπέλια και τα δέντρα έξω από τον Χάνδακα.
Οι πολιορκημένοι σαρακηνοί συνεννοήθηκαν με τους ομόφυλούς τους έξω από το κάστρο και αποφάσισαν να επιτεθούν αιφνιδιαστικά εναντίον των Βυζαντινών. Συγκεντρώθηκαν 40.000 σε ένα γήλοφο και ήταν έτοιμοι για να αναλάβουν δράση. Ο Φωκάς το πληροφορήθηκε όμως από δύο αυτόμολος Κρητικούς και αιφνιδίασε εκείνος τους Σαρακηνούς τους οποίους και κατέσφαξε.
Έπειτα, έδωσε εντολή να κόψουν τα κεφάλια των σκοτωμένων και να τα μεταφέρουν στο στρατόπεδο, ορίζοντας σαν αμοιβή ένα αργύριο για κάθε κεφάλι που θα του έφερναν. Σε αυτό, πρωτοστάτησαν οι Αρμένιοι στρατιώτες. Κατόπιν, διέταξε να καρφώσουν τα περισσότερα από τα κεφάλια σε πασσάλους και δόρατα και να τα βάλουν μέσα στο τείχος που είχε φτιάξει γύρω από τον Χάνδακα, ενώ τα υπόλοιπα ρίχτηκαν με καταπέλτες μέσα στην πόλη. Παράλληλα, επιχείρησε έφοδο εναντίον του Χάνδακα.
Βλέποντας όλα αυτά, οι Σαρακηνοί ξέσπασαν σε κραυγές φρίκης και απόγνωσης. Δεν παραδόθηκαν όμως. Η πολιορκία συνεχίστηκε όλο τον χειμώνα του 960-961. Οι Βυζαντινοί είχαν να αντιμετωπίσουν το δριμύ ψύχος, τις πολλές βροχές και την έλλειψη ενδυμάτων και τροφών. Τελικά, με μεσολάβηση του Ιωσήφ Βρίγγα στάλθηκαν από την Κωνσταντινούπολη ρούχα και τρόφιμα και οι πολεμιστές ανέκτησαν τη μαχητική τους ικανότητα.
Οι σαρακηνοί επιχείρησαν όλο αυτό το διάστημα 7 αιματηρές εξόδους, χωρίς αποτέλεσμα. Οι σαρακηνοί της ενδοχώρας, με επικεφαλής τον εξομώτη Κρητικό Καραμουτη, με 10.000 άνδρες, επιτέθηκαν εναντίον των Βυζαντινών που τους νίκησαν αρχικά. Όταν όμως σκοτώθηκε ο αρχηγός τους, στρατηγός Νικηφόρος Παστιλάς, τράπηκαν σε φυγή.
Τότε ανέλαβε δράση ο Νικηφόρος Φωκάς που συνέτριψε τον στρατό του Καραμούντη που κατάφερε να σωθεί. Έπειτα ο Φωκάς αποφάσισε να πραγματοποιήσει την τελική επίθεση εναντίον του Χάνδακα. Διέταξε να σκάψουν έναν υπόνομο κάτω από το τείχος και να τον γεμίσουν με εύφλεκτες ύλες.
Στις 7 Μαρτίου του 961, έβαλαν φωτιά στις εύφλεκτες ύλες και το τμήμα του τείχους που έχει υπονομευτεί κατέρρευσε εντελώς. Οι Βυζαντινοί μπήκαν μέσα στον Χάνδακα και παρά τη λυσσαλέα αντίσταση των Σαρακηνών κατέλαβαν την πόλη. Άρχισαν να σφάζουν χωρίς διάκριση όλους τους Σαρακηνούς.
Ο Νικηφόρος Φωκάς έδωσε αυστηρές εντολές να μη σκοτωθούν οι άοπλοι και όσοι Σαρακηνοί παραδίδουν τα όπλα. Παράλληλα διέταξε τους στρατιώτες να μην έρχονται σε επαφή με τις γυναίκες των Σαρακηνών.
Ο Άραβας ιστορικός Nuwari γράφει ότι 200.000 Σαρακηνοί σκοτώθηκαν και άλλοι 200.000 αιχμαλωτίστηκαν τότε, αριθμοί υπερβολικοί, ενώ οι Yakut και Ibn Khaldun γράφουν πως 300 πλοία με λάφυρα και αιχμαλώτους έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Φωκάς δώρισε πολλά λάφυρα στα μοναστήρια. Οι θύρες του ανακτόρου των αμιράδων της Κρήτης διακόσμησαν την Ιερά Μονή της Μεγίστης Λαύρας που ιδρύθηκε το 963 στο Άγιο Όρος από τον όσιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, φίλο του Νικηφόρου Φωκά.
Επίσης ο Νικηφόρος εγκατέστησε στην Κρήτη φρουρές από Έλληνες, Αρμένιους και άλλους για να αποφευχθεί νέα άλωση του νησιού. Στην Κρήτη, ο Φωκάς βρήκε μόνο 25.000 χριστιανούς. Χρειάστηκαν πολλές προσπάθειες για να επανέλθει το θρησκευτικό φρόνημα των κατοίκων του νησιού, ενώ υπήρξαν και εκχριστιανισμοί Αράβων.
Αν ο Νικηφόρος Φωκάς δεν ελευθέρωνε την Κρήτη, πιθανότατα ο ελληνικός πληθυσμός της θα εξαφανιζόταν. Δίκαια λοιπόν το κατόρθωμα αυτό θεωρείται ένα από τα λαμπρότερα και σπουδαιότερα της βυζαντινής ιστορίας.
Πηγή: Βασίλης Ι. Καλαϊτζάκης, "Η Κρήτη και οι Σαρακηνοί", εκδόσεις ΡΩΝΤΑ, Αθήνα 1984.