August, Wednesday 12th., 2020
Ελληνοτουρκικά: «Θερίζοντας» τις συνέπειες από τη στρατηγική του “μεντεσέ
Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΟΥΒΑΡΔΑΣ
PhD© Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας
Η περιοχή της Τουρκικής NAVTEX εκτείνεται προς τα δυτικά σχεδόν έως τον 28ο Μεσημβρινό, δηλαδή μέχρι εκεί που τελειώνει η Ελληνοαιγυπτιακή οριοθέτηση (Από τον 26ο έως περίπου τον 28ο Μεσημβρινό). Παράλληλα ο Τούρκος υπ. Εξωτερικών M. Çavuşoğlu δήλωσε για τη συμφωνία Ελλάδας-Αιγύπτου: «…όπως φαίνεται έχουν γίνει υποχωρήσεις από τα κυριαρχικά δικαιώματα των νησιών και της Κρήτης κι αυτό ουσιαστικά ενισχύει τις θέσεις μας».
Σε αυτές τις εξελίξεις η Αθήνα απάντησε με αντί-NAVTEX, ενώ ο
Μητσοτάκης ενημέρωσε τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου C. Michel για
«τη συμφωνία της Ελλάδας με την Αίγυπτο… καθώς και για τις ανησυχητικές
εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο». Επίσης, όπως ανακοινώθηκε, το
απόγευμα ο Πρωθυπουργός θα επικοινωνούσε και με το Γ.Γ. του ΝΑΤΟ J.
Stoltenberg. Παράλληλα το υπ. Εξωτερικών εξέδωσε την παρακάτω ανακοίνωση
στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρεται:
«Η Ελλάδα… έχει έλθει σε συμφωνία μετά από διαπραγματεύσεις με γείτονες
χώρες, για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της. ΈΧΕΙ
ΔΗΛΩΣΕΙ ΔΕ ΤΗΝ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΓΙΑ ΔΙΑΛΟΓΟ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΠΡΟΧΩΡΗΣΕΙ ΣΕ
ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΕΣ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΥΠΟΛΟΙΠΟΥΣ ΓΕΙΤΟΝΕΣ ΤΗΣ με βάση το
Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας.
Αντίθετα, η Τουρκία αποδεικνύει στην πράξη ότι δηλώσεις περί ετοιμότητας για διάλογο είναι προσχηματικές.
Η Ελλάδα δεν θα δεχθεί κανέναν εκβιασμό. Θα υπερασπίσει την κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα»
Τέλος ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπ. Εξωτερικών C. Burger ανέφερε, μεταξύ άλλων, σχετικά με τις εξελίξεις, «… πρέπει να τηρηθεί το Διεθνές Δίκαιο και ότι χρειαζόμαστε επειγόντως βήματα αποκλιμάκωσης στην Ανατολική Μεσόγειο…. Μονομερή βήματα δεν μας φέρνουν ούτε βήμα προς μία λύση και η Τουρκία με τέτοια βήματα επιβαρύνει περαιτέρω τις σχέσεις της με την Ε.Ε…», ενώ απηύθυνε έκκληση «και προς τις δύο πλευρές να επιλύσουν όλα τα ανοιχτά ζητήματα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να ξεκινήσουν έναν διμερή διάλογο». Στο ίδιο μήκος κύματος ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος S. Seibert σημείωσε μεταξύ άλλων «… η Ελλάδα και η Τουρκία, να επιδιώξουν την απευθείας συνομιλία μεταξύ τους, να συζητήσουν μεταξύ τους απευθείας – και ελπίζουμε και να λύσουν – τα ΔΙΑΦΙΛΟΝΙΚΟΥΜΕΝΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ»
Όλα αυτά επιβεβαιώνουν:
Ότι η Ελληνική κυβέρνηση έχει προσκαλέσει στη διαπραγμάτευση για την οριοθέτηση της ΑΟΖ της ανατολικά του 28ου Μεσημβρινού και την Τουρκία. Δηλαδή μέρος της Ελληνικής ΑΟΖ, όπως προκύπτει από το Δίκαιο της Θάλασσας, είναι υπό Ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση. Πρόσθετα ότι προστρέχει σε ΝΑΤΟ-ΕΕ (ΗΠΑ-Γερμανία), δηλαδή στους επόπτες και άμεσα ωφελημένους από μία θετική έκβαση του Μεσογειακού «παζαριού», καταγγέλλοντας την Τουρκία, προκειμένου να τους ωθήσει να πιέσουν την τελευταία να εγκαταλείψει τις προκλήσεις και να επικεντρωθεί στη διαπραγμάτευση. Σε αυτά τα πλαίσια η έκδοση αντί-NAFTEX και η κινητοποίηση των ενόπλων δυνάμεων αποτελούν μέρος της προσπάθειας της κυβέρνησης για την επανεκκίνηση του Ελληνοτουρκικού διαλόγου. Από τη μία μεριά, γιατί στέλνουν μήνυμα στην Άγκυρα ότι ενδέχεται να εμπλακεί σε περιπέτειες αν επιχειρήσει να εκμαιεύσει πρόσθετα αποτελέσματα με τη χρήση στρατιωτικής ισχύος. Από την άλλη, γιατί προκαλούν προβληματισμό σε Βερολίνο-Ουάσιγκτον, εξαιτίας του ενδεχομένου αποσταθεροποίησης της Ν/Α πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Αδιευκρίνιστο ωστόσο παραμένει για την ώρα, αν για την Ελληνική κυβέρνηση ο 28ος Μεσημβρινός είναι το τελικό όριο που δέχεται να διαπραγματευτεί κυριαρχικά της δικαιώματα ή αν είναι διατεθειμένη να αποδεχτεί ένα μεγαλύτερο «άνοιγμα» της διαπραγμάτευσης στο μέλλον.
Ότι η Τουρκική κυβέρνηση χρησιμοποιεί τη στρατιωτική ισχύ για να ενισχύσει τη θέση της. Σύντομα, θα αποσαφηνιστεί αν αυτό το επιδιώκει στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης για την ΑΟΖ ανατολικά του 28ου Μεσημβρινού ή αν το εντάσσει σε μια ευρύτερη (π.χ. δυτικά του 28ου Μεσημβρινού, πολυθεματική) διαπραγμάτευση.
Ότι η Δύση παροτρύνει εξίσου Ελλάδα και Τουρκία να επιστρέψουν στο διάλογο με βάση το «Δίκαιο της Θάλασσας». Ωστόσο η ερμηνεία που κάνει στο τελευταίο διαφοροποιείται απ’ όσα αυτό προβλέπει για τις θαλάσσιες ζώνες και φαίνεται να εστιάζει στην πρόνοια του, ότι υπό συγκεκριμένες πολύ γενικές προϋποθέσεις, ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να κριθούν (Ad hoc) διαφορετικά. Η συγκεκριμένη πρόνοια υπάρχει, προκειμένου να παρέχονται τα απαραίτητα παραθυράκια που θα διασφαλίζουν την εσαεί ικανοποίηση των συμφερόντων των ισχυρών, αντανακλώντας έτσι την πραγματικότητα, ότι και το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως και κάθε Δίκαιο, είναι το Δίκαιο του ισχυρού. Συνεπώς για τη Δύση υπάρχουν ΔΙΑΦΙΛΟΝΙΚΟΥΜΕΝΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ σε αυτή την περιοχή που με βάση το κείμενο του αποτελεί την Ελληνική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Με αυτό τον τρόπο η Δύση βρήκε ακόμη ένα «τυρί» (μετά τη Β/Α Συρία, την Ιντλίμπ, την Κυπριακή ΑΟΖ, τη Δυτική Λιβύη κ.α) να προσφέρει στην Τουρκία, ώστε να διακόψει τη γεωπολιτική διολίσθηση της προς τη Ρωσία και την Ευρασία. Η μειωμένη επήρεια που αποδέχτηκε η Ελληνική κυβέρνηση για τα μεγάλα νησιά του Αιγαίου και η μηδενική επήρεια που αποδέχτηκε για μικρά νησιά στις συμφωνίες με Ιταλία-Αίγυπτο, αποδεχόμενη όχι μόνο την αρχή της μέσης γραμμής, αλλά και την αρχή της αναλογικότητας, διευκολύνουν τη Δύση και σε αυτό το πεδίο. Πλέον έχει ξεκαθαριστεί ότι όταν η Ελληνική κυβέρνηση μιλά για Δίκαιο της Θάλασσας δεν εννοεί μόνο το κείμενο της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, αλλά και κάποιες Ad hoc νομολογίες διεθνών δικαστηρίων που θέτουν ως κριτήριο την αναλογικότητα (θέση της Τουρκίας), παρότι υπάρχουν άλλες νομολογίες, όπου αυτό δε λαμβάνεται υπόψιν. Το επόμενο διάστημα, ίσως ακόμη και τις επόμενες μέρες ή ώρες, θα αποκαλυφθεί αν τα περιθώρια της Δύσης να προσφέρει και άλλα «τυριά» στην Τουρκία έχουν εξαντληθεί, η αυτή μπορεί να προβεί σε νέες υπαναχωρήσεις υπέρ της τελευταίας, δικαιώνοντας εκ νέου την επιθετικότητα της. Σε κάθε περίπτωση, όπως έχει υποστηριχθεί σε παλιές αναλύσεις, ο γάμος Δύσης-Τουρκίας είναι πολύ σημαντικός και για τους δύο, ώστε να διαλυθεί, ενώ ορισμένα «πείσματα» μπορούν να συγχωρεθούν.
Ότι ο συμβιβασμός των αντιτιθέμενων επιδιώξεων των κυβερνήσεων Ελλάδας-Τουρκίας δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η Ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να ενδυναμώσει τη θέση του Ελληνικού καπιταλισμού στην Αν. Μεσόγειο μέσω της επίτευξης ενός συμβιβασμού με την Τουρκία, ο οποίος θα κατοχυρώσει την αναγνώριση ορισμένων ιδιαίτερων συμφερόντων του από πλευράς Άγκυρας, δημιουργώντας παράλληλα συνθήκες σταθερότητας και οικονομικής συνεργασίας στην περιοχή, οι οποίες είναι απαραίτητες για την ανάκαμψη του. Ωστόσο η επιδίωξη της Τουρκικής κυβέρνησης να καταστήσει τον Τουρκικό καπιταλισμό περιφερειακό ηγεμόνα με τη δική του σφαίρα επιρροής, περιορίζει τα περιθώρια επίτευξης του.
Ότι δεν είναι εύκολη υπόθεση η διαχείριση της εποπτείας του Μεσογειακού «παζαριού» από τον Ευροατλαντικό συνασπισμό. Ο ανταγωνισμός του με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα (Ρωσία, Κίνα, Ιράν κ.α.) και η δραστηριοποίηση αυτών στην Αν. Μεσόγειο δυσχεραίνει σε μεγάλο βαθμό τις προσπάθειες του να διατηρήσει μια κοινά αποδεκτή ισορροπία ισχύος μεταξύ των συμμάχων του, καθώς οι τελευταίοι εμπλέκονται σε ένα «αλισβερίσι» με τους ανταγωνιστές του που τους επιτρέπει να μη συμμορφώνονται εύκολα στις επιταγές του. Σε αυτά τα πλαίσια και καθώς για Ουάσιγκτον και Βερολίνο προέχει ο ανταγωνισμός τους με τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ιεραρχούν την ικανοποίηση των συμφερόντων εκείνων των συμμάχων τους, οι οποίοι μπορούν να τους φανούν περισσότερο χρήσιμοι σε αυτή τη διαδικασία. Για την ώρα η Τουρκία είναι ο μεγάλος κερδισμένος αυτής της κατάστασης.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές το ερευνητικό σκάφος Oruc Reis έχει διεισδύσει στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα σε βάθος 20 μιλίων και έχει απλώσει τα καλώδια του. Το συνοδεύουν μια αρμάδα τουρκικών πολεμικών πλοίων, ενώ δίπλα του δύο ελληνικές φρεγάτες προσπαθούν να διαχειριστούν την κατάσταση, εκπέμποντας ανά 15 λεπτά μηνύματα από τον ασύρματο. Την ίδια στιγμή το State Department εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία καλεί την Τουρκία να σταματήσει τις έρευνες, χαρακτηρίζοντας και πάλι τις περιοχές της Ελληνικής και Κυπριακής υφαλοκρηπίδας ως διεκδικούμενες από την Αθήνα και τη Λευκωσία. Στα τέλη Ιουλίου είχε προχωρήσει σε αντίστοιχη ανακοίνωση, δίνοντας «νέο αέρα στα πανιά» της Τουρκικής επιθετικότητας.
Η στρατηγική του “μεντεσέ” για λογαριασμό των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ που διαχρονικά ακολουθούν οι Ελληνικές κυβερνήσεις και με την οποία συντάσσεται όλο το αστικό πολιτικό σύστημα επιβεβαιώθηκε ότι είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για την ειρήνη και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.