Τρίτη, 29 Νοεμβρίου 2016
Το Μινωικό Ανάκτορο Στα Μάλια
ΜΑΛΙΑ ΚΡΗΤΗΣ
Συνοικία «Μ»
(Βρίσκεται στο Μουσείο Ηρακλείου).
Το Κεντρικό κλιμακοστάσιο του ανακτόρου στα Μάλια.
Η «Συνοικία Μ» είναι ένα κτιριακό συγκρότημα βορειοδυτικά του παλατιού και είναι αυτή που έχει δώσει πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία για τη ζωή των ανθρώπων που την κατοικούσαν γύρω στο 2000 π.Χ.
Ο καθηγητής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Κλερμόν Φεράν, κ. Ζαν-Κλοντ Πουρσά λέει για τους κατοίκους αυτής της «Συνοικίας Μ», ότι έκαναν καλή και πλούσια ζωή, διοργάνωναν εορταστικά δείπνα και θρησκευτικές τελετές, έφτιαχναν και χρησιμοποιούσαν εξαιρετικά υφάσματα, ενώ από τα στοιχεία που φέρνει στο φως η αρχαιολογική ανασκαφή βγαίνει το συμπέρασμα ότι αυτοί οι άνθρωποι «διακρίνονταν για επιδεικτική κατανάλωση προϊόντων», όπως είναι η ακριβής διατύπωση του ανασκαφέα αρχαιολόγου.
Ο αρχαιολογικός χώρος των Μαλίων βρίσκεται 36 χιλιόμετρα από το Ηράκλειο, πάνω στο βόρειο οδικό άξονα της Κρήτης από το Ηράκλειο προς τον Αγιο Νικόλαο, στο σύνορο του Νομού Ηρακλείου, με το Νομό Λασιθίου.
Τα Μάλια είναι το τρίτο σε μέγεθος μινωικό Ανάκτορο, μετά από το Ανάκτορο της Κνωσού και το Ανάκτορο της Φαιστού, ενώ έχει βρεθεί ακόμη ένα, πιο ανατολικά, στη Ζάκρο.
Ενας μεγάλος αποθηκευτικός πίθος με πλαστικές παραστάσεις αστεριών σε πολλά σημεία του.
Η μυθολογία αποδίδει το Ανάκτορο των Μαλίων στον αδελφό του Μίνωα, τον Σαρπηδόνα. Η αρχαιολογική ανασκαφή ωστόσο, παραδέχεται ότι πριν από το 1900 π.Χ. οπότε και οικοδομείται το πρώτο Ανάκτορο, υπάρχει εδώ ένας οικισμός, που μετατρέπεται σε πόλη, ανακτορικό κέντρο. Η «Συνοικία Μ» ανήκει σε αυτό τον παλιό ιστό του πρωταρχικού οικισμού στα Μάλια.
Το 1700 π.Χ. καταστρέφεται το πρώτο Ανάκτορο και γύρω στα 1650 π.Χ. οικοδομείται στη θέση του ένα ίδιο με το πρώτο, που και αυτό θα καταστραφεί οριστικά γύρω στα 1450 π.Χ.
Τα ερείπια πάνω στα οποία ξεναγείται σήμερα ο επισκέπτης ανήκουν στο δεύτερο ανάκτορο, που όπως όλα τα Μινωικά παλάτια είχε οργανώσει τη ζωή του γύρω από την Κεντρική Αυλή, με τις δυο κύριες Πύλες του παλατιού να ορίζονται απολύτως στο Βορρά και στο Νότο αυτής της αυλής, με το μνημειακό ύφος.
Στη βόρεια πύλη οδηγεί ένας πλακοστρωμένος «Πομπικός Δρόμος». Το κέντρο μεγάλης Αυλής ορίζεται από ένα βωμό και απέναντί του, στη δυτική πλευρά, ορθώνεται το κεντρικό κλιμακοστάσιο.
Ο «Κέρνος», μια Τράπεζα Προσφορών (αντίγραφο) με πολλές κοιλότητες στις οποίες απέθεταν οι πιστοί τις προσφορές τους. Βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά της Κεντρικής Αυλής του Ανακτόρου. (Το αυθεντικό εύρημα όμως βρίσκεται στο Μουσείο του Ηρακλείου).
Η «Συνοικία Μ» και τα ευρήματα που φέρνει στο φως η ανασκαφή της, που συνεχίζεται, φωτίζουν πτυχές από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων που κατοικούσαν σε αυτή την πόλη.
Η ποιότητα ζωής των κατοίκων της πιστοποιείται και από παλιότερα ευρήματα, όπως είναι τα εξαιρετικής τέχνης κοσμήματα που προέρχονται από τον «Χρυσόλακο των Μαλίων», όπως τον ονόμασαν οι αρχαιολόγοι. Είναι ένας ταφικός χώρος, βόρεια από το Ανάκτορο, κοντά στη θάλασσα. Η «Διπλή Μέλισσα» είναι ένα από τα διάσημα σε όλο τον κόσμο Μινωϊκά κοσμήματα, που προέρχονται από αυτό τον ταφικό χώρο. Ένα τολμηρό στη σύλληψή του κόσμημα, που παριστάνει δυο μέλισσες να έχουν ανάμεσα στα πόδια τους μια στρογγυλή κερήθρα (μελόπιτα), όμοια με αυτές που συνήθιζαν να αφιερώνουν στις τράπεζες προσφορών για τη θεότητα.
Η «καρδιά» του Ανακτόρου στα Μάλια ήταν αυτή η Κεντρική Αυλή, που τη βλέπουμε από τη Νότια είσοδό της
Η περιοχή της «Συνοικίας Μ», που δεν είναι ακόμη επισκέψιμη, εκτείνεται βορειοδυτικά από το χώρο του Ανακτόρου και καταλαμβάνει μια έκταση 3.000 τετραγωνικών μέτρων.
Σε αυτό το κτιριακό συγκρότημα εντοπίστηκαν ανασκαφικά τελετουργικοί χώροι, διάφορα εργαστήρια και αποθήκες. Η «Συνοικία Μ» είναι το πιο σπουδαίο κομμάτι της πόλης των παλαιοανακτορικών χρόνων, που διασώζεται στα Μάλια, από την εποχή των πρώτων Ανακτόρων.
Η φράση του Γάλλου Αρχαιολόγου, Ζαν-Κλοντ Πουρσά, ότι οι Μινωίτες στα Μάλια «διακρίνονταν για επιδεικτική κατανάλωση προϊόντων» δίνει ένα μέτρο για τη ζωή σ' αυτή τη συνοικία της πόλης. Είναι μια φράση που αποδίδει στους Μινωίτες που την κατοικούν, συνήθειες όμοιες με εκείνες που συναντάμε στις σύγχρονες καταναλωτικές κοινωνίες, με υψηλό βιοτικό επίπεδο.
Οι αποθήκες στη δεξιά πλευρά της Κεντρικής Αυλής.
Δυο από αυτά τα κτίρια έχουν «ασυνήθιστα μεγάλο μέγεθος». Το ένα είναι 840 τετραγωνικά μέτρα και το άλλο 540 τ.μ. Τα δυο αυτά κτίρια, ενώ ήταν ανεξάρτητα στην αρχή, κάποια στιγμή ενώθηκαν.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα ευρήματα που προέρχονται από αυτά: Κείμενα σε ιερογλυφική Γραφή, αλλά και σημαντικός αριθμός από πήλινα και λίθινα αγγεία, υφαντικά βάρη, πήλινα λυχνάρια, όπλα και μεταλλικά εργαλεία.
Ο Πομπικός Δρόμος με την χαρακτηριστική πλακόστρωση, καταλήγει στη Βόρεια είσοδο του Ανακτόρου.
Η χρήση των δυο κτιρίων φαίνεται να προβληματίζει τους αρχαιολόγους-ανασκαφείς και ο κύριος Ζαν-Κλοντ Πουρσά επικαλείται τα «έγγραφα» (κείμενα) που βρέθηκαν στα κτίρια αυτά, για να πει: «Τα διοικητικά 'έγγραφα' που βρέθηκαν στα δύο κτίρια, τα στοιχεία για την παραγωγή λατρευτικών αντικειμένων, οι περιοχές λατρείας και τα ελεγχόμενα εργαστήρια υποδεικνύουν έναν κοινωνικό ή πολιτικό ρόλο ευρύτερο από αυτόν που θα αντιστοιχούσε σε μεγάλη ιδιωτική οικία».
Ο ίδιος αρχαιολόγος καταλήγει στο συμπέρασμα: «το πιθανότερο είναι ότι τα δυο κτίρια συναποτελούν ενιαίο κτιριακό συγκρότημα υψηλής τάξεως, όπως φαίνεται από την αρχιτεκτονική τους διάταξη καθώς και από μερικές εμφανείς σχέσεις τους και ομοιότητες».
Η Βόρεια είσοδος του Ανακτόρου.